Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

ELLIS


ELLIS - trailer from SOCIAL ANIMALS on Vimeo.

Ellis, μια ταινία μικρού μήκους με πρωταγωνιστή τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, που γράφτηκε από τον Eric Roth, σε σκηνοθεσία JR. Η μουσική είναι του Woodkid και την αποδίδει ο Nils Frahm.

Η αφηγηματική ταινία μικρού μήκους, Ellis, ξυπνά την συλλογική μας μνήμη. Αφήνοντας το παρελθόν τους πίσω τους,  12.000.000 μετανάστες από το 1892 ως το 1954 έφτασαν εκεί  προσπαθώντας να ξεφύγουν από τη φτώχεια, τις διακρίσεις, τη  δικτατορία.

Το Ellis Island ήταν η πύλη προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για εκατομμύρια των μεταναστών. Κατά την άφιξη τους, πέρασαν από εξετάσεις και προωθήθηκαν ή τους απαγορεύτηκε η εισοδος στις ΗΠΑ. Λόγω ασθένειας ή απλώς από την κούραση, πολλοί χρειάστηκε να νοσηλευτούν στο νοσοκομείο.
Ένα καθαρτήριο στη σκιά του Αγάλματος της Ελευθερίας, όπου χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά περίμεναν τη μοίρα τους.

Unframed, οικογένεια μεταναστών αντικρίζει το Άγαλμα της Ελευθερίας από το Ellis Isalnd, JR, 2015 


Η ταινία αφηγείται την ξεχασμένη ιστορία των μεταναστών, αυτών που έχτισαν την Αμερική, ενώ εκφράζει και τον προβληματισμό  για εκείνους που αναζητούν σήμερα τις ίδιες ευκαιρίες και την ασφάλεια  σε αυτή τη χώρα αλλά και σε άλλα μέρη του πλανήτη.

Η μικρού μήκους ταινία έχει πρωταγωνιστή το Ρόμπερτ Ντε Νίρο, το σενάριο είναι του βραβευμένου με Όσκαρ Έρικ Ροθ και σκηνοθετεί ο καλλιτέχνης  JR του οποίoυ η εγκατάσταση Unframed  στο εγκαταλειμμένο συγκρότημα του Νοσοκομείου στο Ellis Island χρησιμεύσει ως σκηνικό για αυτή την ισχυρή και επίκαιρη ταινία.

via http://www.jr-art.net

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Η θυσία, μια πασχαλινή ιστορία του Ν. Λαπαθιώτη

Η θυσία
(Ιστορία Πασχαλινή)
Μια φορά κι έναν καιρό –πάνε τώρα χρόνια– μια σκοτεινή κι αλλόκοτη βραδιά, ο Χριστός κατέβηκε στον κόσμο.
Πρώτη φορά κατέβαινε στη γη, και μοναχός Του βάδιζε στην τύχη· ήταν ένα βράδυ ζεστό και τρυφερό, ένα δρομάκι ήσυχο φαι­νότανε μπροστά Του, ο ήλιος μόλις είχε βασιλέψει. και καθώς πήρε το δρομάκι εκείνο, βγήκε προς τη μεριά της Ιουδαίας.
Φορούσε ρούχα ταπεινά κι απλά, κι ακουμπούσε μαλακά σ’ ένα κλαρί, που μόλις το ’χε κόψει μέσ’ στο δάσος· δε μπορούσε κανείς να Τον γνωρίσει, κανείς να Τον γνωρίσει κι από τίποτα –εξόν απ’ τα μεγάλα Του τα μάτια, που φέγγανε γλυκά μέσ’ στο σκοτάδι, σα δυο μεγάλα σιωπηλά φεγγάρια· έμοιαζε τώρα σαν προσκυνητής, από κείνους που ξεκινάν για τόπους μακρινούς, και ζούνε διακονεύ­οντας στο δρόμο το ψωμί τους.
Τα ρόδα τ’ ανοιξιάτικα μοσκοβολούσαν τώρα. Γύρω ήταν απλω­μένη ησυχία· τ’ άστρα φεγγοβολούσανε ψηλά, με τα γλυκά τρεμου­λιαστά τους φώτα.
Κι έτσι που περπατούσε αφαιρεμένος, βυθισμένος πάντα μέσ’ στις σκέψεις Του, είδε άξαφνα, στο στρίψιμο του δρόμου, ένα πλήθος άλλα φώτα που βαδίζανε, και φτάναν τώρα, όλα μαζί, σαν ένα μεγάλο αστερισμό· τράβηξε τότε προς αυτά τα φώτα, μαντεύοντας πώς σίμωνε σε κάποια πολιτεία. Κι αληθινά, εκεί, σ’ αυτό το μέρος, ήτανε μια μεγάλη πολιτεία, που, καθώς πλησίαζε, μεγάλωνε, κι άρχιζε πια να ξεχωρίζει και τα σπίτια της: ήταν όλα γύρω φωτισμένα –κι ήταν παντού η ίδια φωταψία, σάμπως να γινόταν πανηγύρι· ερχό­ταν, όσο σίμωνε, στ’ αυτιά Του, το βουητό και των ανθρώπων οι φωνές. Κι όταν έφτασε ακόμα πιο σιμά, είδε να προβάλουν από πέ­ρα, ένα πλήθος άνθρωποι που φώναζαν, και βαστούσαν πέτρες και κοντάρια, κι αναμ­μένους κόκκινους δαυλούς· ήταν άντρες, γυ­ναίκες και παιδιά, και φώναζαν μαζί, και βλαστημούσαν, και χτυπούσαν τον αέρα με τις βέργες, σκούζοντας ώρες-ώρες σαν τρελοί.
Κι όταν άρχισε να βλέπει πιο καλά, είδε, μπροστά, να περπατάνε στρατιώτες, με λόγχες, με λοφία και με κράνη· κι είχανε στη μέση κάποιον άνθρωπο· κι ο άνθρωπος αυ­τός ήταν ξυπόλητος, όλο κουρέλια γύρω κι ελεεινός· στα μαλλιά του είχανε βάλει ένα στεφάνι αγκάθια και τσουκνίδες, και κουβαλούσε μ’ αγωνία κάποιο ξύλο.
Τα μάγουλα του ήταν γδαρμένα κι όλο αίματα, γιομάτα χώματα, φτυσιές κι ακαθαρσίες. Και το πλήθος γύρω του βοούσε, σα θά­λασσα φριχτή κι ανταριασμένη. Και των πυρσών οι κόκκινες αν­ταύγειες, φωτίζανε παράξενα τα σπίτια, κι έκαναν να χορεύουν οι σκιές, μεγαλωμένες των ανθρώπων οι σκιές, στους φωτισμένους τοίχους, γύρω-γύρω. Τότε ο Χριστός, σπρωγμένος απ’ το πλήθος, πήγε σ’ έναν άνθρωπο σιμά, που πήγαινε κι αυτός μαζί, τραβών­τας τα μαλλιά του, –και γύρεψε να μάθει τι συμβαίνει.
Κι αυτός Του είπε, σκύβοντας στ’ αυτί του:
— Είν’ ένας προφήτης –δεν τον ξέρεις;– είν’ ένας προφήτης ξακουστός: ήρθε στον κόσμο για να φέρει την αγάπη· μ’ αυτοί δεν τον κατάλαβαν διόλου, γιατί μιλούσε λόγια των Αγγέλων. Κι οι βασιλιάδες οι τρανοί τον φοβηθήκανε, και δώσαν προσταγή να τον κρεμάσουν· και τώρα πάνε για να τον κρεμάσουν…
Και καθώς μιλούσε φοβισμένα, τα δάκρυά του τρέχανε ποτάμι.
Κι ο Χριστός, μπήκε τότε μέσ’ στο πλήθος, και θέλησε να ιδεί στο πρόσωπό του· και καθώς πήγαινε να στρίψει στη γωνία, μπό­ρεσε μια στιγμή και τον αντίκρισε. Και κείνος τότε σήκωσε τα μάτια και Τον κοίταξε.
Κι όλος ο κόσμος έσβησε τριγύρω –κι ο Χριστός, τίποτ’ άλλο πια δεν έβλεπε, παρά τα φοβερά εκείνα μάτια. Και μοιάζανε σα δυο λυγμοί χαράς. Και λέγανε τα μάτια εκείνα τώρα: «Είμαστε το τραγούδι της Αγάπης, και το τραγούδι της Αθανασίας· και δεν υπάρχει τίποτε στον κόσμο –τίποτ’ άλλο, παρά Καλοσύνη· τίποτ’ άλλο, παρά Καλοσύνη!» Κι αυτά τα μάτια δε σφαλνούσανε ποτέ, κι έλαμπαν απ’ το φως τού μαρτυρίου…
Κι ο προφήτης σκόνταψε και τρέκλισε, γιατί και κείνος γνώρισε τα μάτια του Χριστού, κι έπεσε χάμου, με τα μούτρα μέσ’ στο χώμα.
Και καθώς τον έσπρωχναν οι άλλοι, και τον τραβούσαν για να σηκωθεί –μέσ’ στις φωνές και μέσ’ στη φασαρία– βρήκε την ευκαιρία ο Χριστός, και παίρνοντας στην πλάτη του το ξύλο, μπήκεν Αυτός στη θέση τού προφήτη. Κι επειδή κανένας δεν τον ήξερε, εμψυχωμένος απ’ τη μέθη της Θυσίας –τράβηξεν ίσια για να σταυρωθεί…
………………………………………………………………………………………
Και κατόπι απ’ την Ταφή κι απ’ την Ανάσταση –καθώς τη διετήρησε η παράδοση, κι οι μαρτυρίες των τεσσάρων Αποστόλων– ο Χριστός, τυλιγμένος σ’ ένα σύννεφο, γύρισε ξανά στον ουρανό, πήγε κατευθείαν στον Πατέρα Του, και τον βρήκε που μιλούσε μ’ έναν Άγγελο.
— Γιατί το έκανες αυτό; του λέει τότε εκείνος αυστηρά.
— Δεν ξέρω, αποκρίθηκε θλιμμένα και δειλά.
Και δυο μεγάλα δάκρυα λαμπρά, ήταν έτοιμα να στάξουν απ’ τα μάτια Του.
— Θα μου κάνεις άλλοτε τη χάρη, να μην ανακατώνεσαι διόλου στις μικροϋποθέσεις των ανθρώπων –του ξαναείπε πάλι ο Θεός. Αυτές οι καλοσύνες να σου λείπουν…
Και γύρισε ξανά κι εξακολούθησε την κουβέντα που είχε με τον Άγγελο.
Μπουκέτο, 19.4.1925

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

inside out

 
Ο εγκλεισμός στο καβούκι της

έφερε τα γνωστά και αναμενόμενα αποτελέσματα

χείλη που στην άκρη στάζουν αίμα,

αίμα με όμορφο ρουμπινί χρώμα

Σταγόνες

χαράζουν στο πρόσωπο

δρόμους σιωπής

Μα πώς;

αναρωτιούνται όσοι την βλέπουν

γελαστή

να κυκλοφορεί ανάμεσά τους

Δεν καταλαβαίνουν,

το χαμόγελο

κρύβει επιμελημένα

τις απελπισμένες της προσπάθειες

να γίνει όστρακο,

μαργαριτοφόρο.





Δέσποινα Δεληγιαννίδου

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Η διάκριση αριστεράς - δεξιάς

Μέχρι το Μάιο τα πράγματα ήταν απλά. Η βασική αντίθεση μεταξύ των κομμάτων στηρίζονταν σε ένα δίπολο που κατά περίπτωση έγερνε από τη μια ή την άλλη πλευρά. Διακηρυκτικά τουλάχιστον η αντίθεση αυτή εκφράζονταν μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Σπεύδω να πω ότι η διάκριση αυτή με οικονομικούς όρους είναι πάντα επίκαιρη αν και όχι τόσο κατανοητή. Η αριστερά ζητά αύξηση των φόρων (άμεσων κυρίως αλλά και έμμεσων) ώστε να αυξηθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες. Δηλαδή όλοι -ανάλογα με το εισόδημα τους- να πληρώνουν ώστε να εξασφαλίζουμε ένα επίπεδο κοινωνικών υπηρεσιών αποδεκτό και ποιοτικό. Η δεξιά συνήθως ζητά μείωση φόρων με παράλληλη εξασφάλιση κάποιων αποδεκτών μεν, χαμηλής ποιότητας δε υπηρεσιών. Αλλά επειδή θα μειωθούν οι φόροι, ο καθένας θα μπορεί να πληρώνει στον ιδιωτικό τομέα για τις υπηρεσίες που χρειάζεται. Έτσι αντί να δίνεις τα λεφτά σου π.χ. για καλά δημόσια σχολεία, θα δίνεις κάποια ώστε να υπάρχουν δημόσια σχολεία αλλά με τα υπόλοιπα που δεν θα σου κρατάνε θα μπορείς να στείλεις σε καλό σχολείο το παιδί σου... η συνέχεια via egnatiapost.gr

http://www.egnatiapost.gr/index.php/opinions/item/1090-η-διάκριση-αριστεράς-δ...

ανάμεσα στις πέτρες.......

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...